23 Νοεμβρίου, 2021

Η Διανοητική Ιδιοκτησία και η παραγωγή υπεραξίας

Ο όρος Διανοητική Ιδιοκτησία (Intellectual Property) περιλαμβάνει άυλες αξίες οι οποίες είναι δημιουργήματα του ανθρώπινου νου και ανήκουν σε ένα άτομο, έναν οργανισμό ή μια επιχείρηση. Την απαντούμε στην καθημερινή μας ζωή, καθώς πολλές εφαρμογές της (σε φάρμακα, αυτοκίνητα, υπολογιστές αλλά και βιβλία, ταινίες, μουσική, ιστοσελίδες…) εμπεριέχουν προστασία και δίνουν αποκλειστικά δικαιώματα. Τα πιο γνωστά παραδείγματα ΔΙ είναι:

• τα Διπλώματα Ευρεσιτεχνίας (πατέντες, patents), τα οποία προστατεύουν τεχνολογικές εφευρέσεις
• τα Εμπορικά Σήματα (Trademarks), τα οποία προστατεύουν εμπορικές επωνυμίες, εκφράσεις, λογότυπα, χρώματα, σχήματα και γενικά οτιδήποτε ξεχωρίζει ένα προϊόν ή μία υπηρεσία από άλλα
• η Πνευματική Ιδιοκτησία (Copyright), η οποία αφορά σε πνευματικά δημιουργήματα, όπως τα βιβλία, η μουσική, οι κινηματογραφικές ταινίες, οι βάσεις δεδομένων, το λογισμικό
• τα Βιομηχανικά Σχέδια (Industrial Designs), τα οποία προστατεύουν μόνο την εξωτερική μορφή ενός αντικειμένου
• οι Γεωγραφικοί Προσδιορισμοί
• τα Εμπορικά Μυστικά
• ειδικές διαδικασίες κατοχύρωσης για ολοκληρωμένα κυκλώματα, φυτικές ποικιλίες και
• τα προσωπικά δεδομένα (personal data, big data).

H σημασία των άυλων περιουσιακών στοιχείων είναι σχετικά άγνωστη στην Ελλάδα. Ελάχιστες εταιρείες επενδύουν σε κατάθεση ευρεσιτεχνιών, βιομηχανικών σχεδίων, εμπορικών σημάτων και ακόμα πιο λίγες μεριμνούν για την ασφάλεια των πληροφοριών αλλά και τα προσωπικά δεδομένα τα οποία διαχειρίζονται (με άλλα λόγια, δεν ακολουθούν το GDPR).

Σύμφωνα με μια μελέτη της Ocean Tomo του 2020 , το 90% των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών που απαρτίζουν τον δείκτη Standard&Poor 500 των ΗΠΑ, είναι άυλες αξίες, όπως ευρεσιτεχνίες, εμπορικά σήματα, βιομηχανικά σχέδια και εμπορικά μυστικά. Μόνο το υπόλοιπο 16% είναι πάγια στοιχεία, όπως κτίρια, μηχανήματα και εξοπλισμός. Το ποσοστό αυτό ήταν μόλις 17% το 1975, δηλαδή 40 χρόνια πριν, αυξήθηκε ραγδαία τα πρώτα 20 χρόνια και συνεχίζει να αυξάνει.

Καθώς ο αριθμός των παραγόμενων τίτλων ιδιοκτησίας στην Ελλάδα είναι πολύ περιορισμένος, και διατηρούμε την τελευταία θέση στη Διανοητική Ιδιοκτησία στη ζώνη του ευρώ, δεν μπορούμε παρά να συνδέσουμε αυτόν τον δείκτη με τους χαμηλούς δείκτες ανάπτυξης της χώρας μας στην τεχνολογία, την παραγωγή αλλά και το διεθνές εμπόριο.

Τα δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας δεν παράγουν άμεσα, τα ίδια κάποια αξία όπως ένα εργοστάσιο, ένα πλοίο, ένα ακίνητο. Για παράδειγμα, μια ευρεσιτεχνία είναι ένας άυλος τίτλος ο οποίος κοστίζει χρήμα και χρόνο και αποδίδει με τη μορφή μιας μη μετρήσιμης προστασίας, ενώ αντίθετα μια επένδυση σε μηχανολογικό εξοπλισμό μπορεί να προγραμματισθεί, να χρηματοδοτηθεί και στη συνέχεια να αποδώσει μια μετρήσιμη απόδοση. Επειδή, ακριβώς, πρόκειται για μη υλικά αγαθά τα οποία δεν παράγουν άμεσα αξία, ατυχώς η προστασία τους έχει δευτερεύουσα σημασία στη χώρα μας, σε σχέση με όλες τις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες.

Η ευρεσιτεχνία όμως είναι η μόνη η οποία μπορεί να παράξει πολύ μεγάλη υπεραξία και να εκτοξεύσει την αξία μιας εταιρείας. Δεδομένου ότι εμποδίζουν τους ανταγωνιστές να παράξουν, να εισάγουν ή απλώς να εμπορευθούν το ίδιο προϊόν, επιτρέπουν στον δικαιούχο της ΔΙ να καταλάβει μια άκρως ανταγωνιστική θέση στην αγορά. Του επιτρέπουν επίσης να καθορίσει την τιμή στην οποία θα πωλήσει το προϊόν του. Μια δευτερεύουσα αλλά πολύ σημαντική πηγή πλούτου είναι μέσα από τη συμφωνία εκχώρησης δικαιωμάτων χρήσης ενός τίτλου σε τρίτους (licensing agreement). Και η οδός αυτή είναι παντελώς άγνωστη στην Ελλάδα.

Συμπερασματικά, σε αντίθεση με την πρακτική που ακολουθούν όλες οι βιομηχανικές χώρες, ο Έλληνας βιομήχανος ή επιχειρηματίας θεωρεί ότι η Δ.Ι. είναι ένα κόστος που μπορεί να αποφύγει και όχι μια μοναδική ευκαιρία για να καταλάβει πλεονεκτική θέση στην αγορά, ιδιαίτερα αν έχει εξωστρεφή, εξαγωγικό προσανατολισμό και στοχεύει σε οικονομία κλίμακας.
Διαπιστώσαμε ότι μια βασική αιτία της υστέρησης που παρουσιάζει η χώρα μας είναι η απουσία εξειδικευμένων Συμβούλων Διανοητικής Ιδιοκτησίας. Σε αντίθεση με όλες τις άλλες χώρες της Ευρώπης, η Ελλάδα δεν διαθέτει εθνικό σύστημα και διαδικασία πιστοποίησης συμβούλων Ευρεσιτεχνίας ή/και Εμπορικών Σημάτων, με αποτέλεσμα έως τώρα, οι ελάχιστοι καταθέτες να απευθύνονται στα (ιδιαίτερα ακριβά) γραφεία της Γερμανίας, του ΗΒ, της Γαλλίας κλπ.

Η INTELLEX είναι η πρώτη εταιρεία εξειδικευμένων συμβούλων ΔΙ, η οποία καλύπτει όλο το φάσμα της Διανοητικής Ιδιοκτησίας, με έμφαση στους πιο δύσβατους τομείς της, τις Ευρεσιτεχνίες και τα Δεδομένα. Οι δύο αυτοί τομείς έχουν το χαρακτηριστικό ότι απαιτούν γνώσεις τεχνολογίας αλλά και εξειδικευμένης νομικής επιστήμης.